Το στολισμένο έλατο είναι χαρακτηριστικό λαογραφικό έθιμο των ημερών του Δωδεκαημέρου στη χώρα μας αλλά και σε πολλές χώρες του κόσμου. Η ιστορία του έρχεται από πολύ παλιά

Το δέντρο των Χριστουγέννων ή χριστουγεννιάτικο δέντρο απoτελεί σήμερα διεθνές χριστουγεννιάτικο έθιμο. Ως χριστουγεννιάτικο σύμβολο – έθιμο φέρεται από τον  8ο αιώνα όταν ο Άγιος Βονιφάτιος θέλησε περί 750 μ Χ να εξαλείψει την μέχρι τότε αποδιδόμενη ιερότητα των «ειδωλολατρών» στη βελανιδιά αντικαθιστώντας την με το έλατο δηλαδή το δένδρο των Χριστουγέννων.

Ο στολισμός του δένδρου είναι καθαρά συμβολικός της ευτυχίας των ανθρώπων και της φύσεως με τη Γέννηση του Θεανθρώπου. Σύμφωνα με ερευνητές του αντικειμένου, το πρώτο στολισμένο δένδρο εμφανίστηκε στη Γερμανία το 1539 και τα πρώτα στολίδια ήταν συσκευασμένα φαγητά ή είδη ένδυσης ή άλλα χρήσιμα είδη, που στο πέρασμα των χρόνων και με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου εξελίχθηκαν μόνο σε διακοσμητικά αντικείμενα. Κατά την παράδοση ο πρώτος που στόλισε δέντρο ήταν ο Μαρτίνος Λούθηρος Έχει εκφραστεί όμως και η άποψη ότι το έθιμο έχει ανατολίτικη προέλευση. Σύμφωνα με αυτή, ο Αναστάσιος Α’ το 512 έχτισε στη Συρία έναν ναό με δύο ορειχάλκινα δέντρα.

Στην Ελλάδα το έθιμο αυτό του έλατου ως χριστουγεννιάτικη διακόσμηση ήρθε για πρώτη φορά με τον Βασιλιά  Όθωνα το 1833, που σημαίνει ότι είχε ήδη καθιερωθεί ως έθιμο στους βασιλικούς οίκους της Βόρειας Ευρώπης. Αρχικά στολίστηκε στα ανάκτορα του Ναυπλίου και εν συνεχεία στην Αθήνα όπου οι κάτοικοι έκαναν ουρές για να το θαυμάσουν. Σημειώνεται ότι στη Γαλλία ως έθιμο εισήχθηκε αρκετά χρόνια μετά από ό,τι στην Ελλάδα από την Κόμισσα της Ορλεάνης.

Αντίστοιχο καθαρά ελληνικό παραδοσιακό έθιμο αποτελεί το στολισμένο καραβάκι, που συναντάται ιστορικά στη Μικρά Ασία και στα νησιά

Στην αρχαία Ελλάδα το έτος άρχιζε μεταξύ του Χειμώνα και της Άνοιξης, ενώ στην Αττική μετά το θερινό ηλιοστάσιο (21 Ιουνίου) κατά τα μέσα Ιουλίου και ο πρώτος μήνας ήταν ο Εκατομβαιών. Τραγούδια όμως θρησκευτικά τραγουδούσαν τα παιδιά και σε άλλες γιορτές μέσα στον χρόνο, όπως συνέβαινε κατά τον μήνα Πυανεψιώνα, που ξεκινούσε από τα μέσα του Οκτωβρίου μέχρι τα μέσα του Νοεμβρίου. Κατά τον μήνα αυτό υπήρχε μια γιορτή, τα Πυανέψια ή Πυανόψια ή Πανόψια (πύανα=κύαμοι, κουκιά. Πύανα+έψω=ψήνω). Η γιορτή αυτή, σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς προερχόταν από την εποχή του Θησέα, ο οποίος, όταν πήγαινε στην Κρήτη, για να σκοτώσει τον Μινώταυρο, πέρασε από τη Δήλο και έκανε τάμα στον Απόλλωνα, ότι αν θα πετύχαινε τον στόχο του, θα επέστρεφε και θα του πρόσφερε ένα κλαδί ελιάς στολισμένο, πράγμα που έγινε.

Έτσι καθιερώθηκε το στόλισμα του δέντρου ελιάς, που το τοποθετούσαν μπροστά στην πόρτα του σπιτιού. Το στόλισμα περιλάμβανε κλωστές από μαλλί, διάφορα φρούτα και καρπούς, σύκα, χουρμάδες, κορδέλες λευκές και κόκκινες, μπισκοτάκια με μέλι κτλ. Το κλαδί της ελιάς ονομαζόταν Ειρεσιώνη (είριον=έριον=μαλλί) και το κρατούσαν μέχρι την επόμενη χρονιά. Τα παιδιά γυρνούσαν τα σπίτια και τραγουδούσαν:

εἰρεσιώνη σῦκα φέρει καὶ πίονας ἄρτους καὶ μέλι ἐν κοτύλῃ καὶ ἔλαιον ἀποψήσασθαι καὶ κύλικ’ εὔζωρον, ὅπως μεθύουσα καθεύδῃς (η ειρεσιώνη έχει πάνω της σύκα και ψωμιά παχιά και μέλι σε ποτήρι και λάδι για σπόγγισμα (του προσώπου) και φιάλη με καλό κρασί, ώστε να κοιμηθείς μεθυσμένη).

Όταν κατά την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο απαγορεύτηκαν οι ειδωλολατρικές γιορτές, για να μη χαθεί το έθιμο το επένδυσαν οι χριστιανοί με στίχους χριστιανικούς και έφτασε το έθιμο μέχρι τις μέρες μας με τη μορφή των καλάντων, που είναι ευχετήρια και εγκωμιαστικά τραγούδια. Ψάλλονται κυρίως τις παραμονές των γιορτών των Χριστουγέννων, της πρωτοχρονιάς, των Θεοφανίων και του Λαζάρου.

Ο στολισμός του δέντρου, επειδή στο θεοκρατικό Βυζάντιο θεωρήθηκε συνδεδεμένος με ειδωλολατρικά έθιμα απαγορεύτηκε. Όμως οι Έλληνες που μετακινήθηκαν σε ευρωπαϊκές χώρες μετέδωσαν το έθιμο στους βόρειους λαούς, οι οποίοι ελλείψει ελαιοδένδρων χρησιμοποίησαν τα έλατα, που είχαν σε αφθονία. Έπειτα από αιώνες, στην εποχή του Όθωνα ξαναγύρισε στην Ελλάδα, ως δικό τους χριστουγεννιάτικο έθιμο.

Επίσης και στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν επί Βυζαντίου, στο επιστύλιο του τέμπλου, μεταλλικά δένδρα σε σχήμα κώνου (πυρσόμορφα δένδρα) όμοια με κυπαρίσσια, όπου αντί για καρπούς έφεραν φώτα σε σχήμα κωνοειδές. Βεβαιώνεται επιπλέον η χρήση πολυκάνδηλων σε σχήμα δένδρου σε όλο τον ναό.

Μάλιστα σε διάφορα μέρη όπως στο  Λιτόχωρο Πιερίας και τα Επτάνησα στόλιζαν δένδρα στο μέσο των Εκκλησιών με φρούτα ή και καρπούς. Στην Καππαδοκία  στόλιζαν μέσα στα σπίτια κατά το Δωδεκαήμερο κλαδιά κωνοφόρων ή άλλων δένδρων με ξηρούς καρπούς και αυτοσχέδια στολίδια.

Πηγή www.wikipedia

Αφήστε σχόλιο